Μία από τις συχνές κατηγορίες που απευθύνονται στον
επιχειρηματικό κόσμο είναι ότι είναι κρατικοδίαιτος, ότι δηλαδή αναπτύχθηκε
χάρη στις (υπερτιμολογημένες) κρατικές προμήθειες.
Γιατί όμως συνέβη αυτό;
§
Στην
Ελλάδα η συμμετοχή του κράτους στην οικονομία είναι μεγαλύτερη από ό,τι στις
άλλες δυτικές χώρες.
Σύμφωνα με
στοιχεία του ΟΟΣΑ1, όταν ξεκίνησε η κρίση το 2009 το ελληνικό κράτος
ξόδευε περίπου το 55% του ΑΕΠ (εν πολλοίς δανειζόμενο) για την παροχή υπηρεσιών
προς τους πολίτες και την αναδιανομή εισοδήματος μέσω των κοινωνικών παροχών. Το
ποσοστό αυτό συγκρίνεται μόνο με τις «επιδόσεις» των σκανδιναβικών χωρών και
της Γαλλίας, όπου όμως τα ποιοτικά αποτελέσματα είναι πολύ καλύτερα. Ο μέσος
όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν το 2009 στο 46% του ΑΕΠ έχοντας αυξητική τάση σε
όλη τη δεκαετία του 2000. Το 2011 το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα μειώθηκε στο
46,8%.
Αυτός ο
δείκτης μόνο μερικώς αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, καθώς δεν περιλαμβάνει
όλη τη δραστηριότητα του κράτους. Για παράδειγμα, εταιρίες εισηγμένες στο ΧΑ
αλλά κρατικές, όπως η ΔΕΗ και παλαιότερα ο ΟΤΕ, προσμετρώνται στον ιδιωτικό
τομέα, ενώ σαφώς δεν είναι.
§
Το
κράτος στην Ελλάδα παρεμβαίνει σε κάθε στάδιο του επιχειρείν: ενισχύει τη
γραφειοκρατία εκδίδοντας συνεχώς νέες εγκυκλίους, υπουργικές αποφάσεις και
προεδρικά διατάγματα, θεσπίζει παράλογους φόρους και τέλη υπέρ τρίτων, ενιαίες
τιμές αγαθών και υπηρεσιών, διατηρεί μονοπώλια (π.χ. ΔΕΗ), ολιγοπώλια (π.χ.
διυλιστήρια) και κλειστές αγορές (π.χ. μεταφορές), δεν σέβεται τα ιδιοκτησιακά
δικαιώματα (από τα ομόλογα και τις τραπεζικές μετοχές συνταξιούχων έως
απαλλοτριώσεις που δεν ολοκληρώνονται για δεκαετίες). Ψηφίζει συνεχώς νέους
νόμους, συχνά αντικρουόμενους μεταξύ τους, που αλλάζουν τους κανόνες του
παιχνιδιού ενώ αυτό βρίσκεται σε εξέλιξη, αρνείται να βελτιώσει τη διαδικασία
απονομής δικαιοσύνης (πρόσφατα υπόθεση του νόμου Κατσέλη πήρε ημερομηνία
εκδίκασης τον Μάρτιο του 2024!), κ.α..
Με τις
προμήθειες και με τις ρυθμίσεις που επέβαλαν διαχρονικά, οι κυβερνήσεις συντηρούσαν
καταχρηστικά - ή αποτελείωναν - ολόκληρους κλάδους της οικονομίας (π.χ. άχρηστα
διαφημιστικά προγράμματα υπουργείων, όπως αυτό του ΜΑΘΡΑ κατά τη διάρκεια της φετινής
ΔΕΘ, η υποχρέωση δημοσίευσης ισολογισμών στον Τύπο, κ.α.).
§
Από
την πλευρά τους, πολλές ελληνικές επιχειρήσεις και βιομηχανίες δεν μπόρεσαν να
ανταποκριθούν στον αυξανόμενο ανταγωνισμό από την παγκόσμια αγορά. Η κατάργηση
των δασμών μετά την είσοδό μας στην ΕΕ τις βρήκε απροετοίμαστες, καθώς ήταν
μαθημένες στον κρατικό προστατευτισμό.
Δεν φταίνε
όμως μόνες τους: είναι γνωστές οι πολιτικές παρεμβάσεις στις επιχειρηματικές
αποφάσεις κατά το παρελθόν (αναλογιστείτε την εποχή της μίας μόνο τράπεζας) που
δεν τις άφησαν να προσαρμοστούν στον ανταγωνισμό, ενώ ακόμα και σήμερα το
ελληνικό κράτος θέτει κάθε πιθανό εμπόδιο στην ιδιωτική επιχειρηματικότητα –
200 τέτοια ανακοίνωσε πριν από τρία χρόνια περίπου ότι κατέγραψε ο ΣΕΒ, και ο
ΟΟΣΑ μόλις πριν από δέκα μέρες είπε ότι σύντομα θα παρουσιάσει έκθεση με 500
εμπόδια στον ανταγωνισμό σε 4 μόνο κλάδους.
Σε ένα τέτοιο θεσμικό περιβάλλον, δεν είναι καθόλου παράξενο
να αναπτυχθεί κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Αντιθέτως, το παράξενο και
αξιέπαινο είναι πώς αναπτύχθηκαν (μεγάλες) εταιρίες που δεν εξαρτώνται από τις
κρατικές προμήθειες (παράδειγμα ο όμιλος της ΒΙΟΧΑΛΚΟ, της οποίας το 80% της
παραγωγής εξάγεται).
Οι μικρές επιχειρήσεις της γειτονιάς (εφόσον κόβουν
αποδείξεις) έχουν το κράτος συνέταιρο στα κέρδη τους, και μάλιστα με αυξανόμενο
ποσοστό τα τελευταία χρόνια, αλλά συνήθως δεν συναλλάσσονται με αυτό ως
προμηθευτές. Πολλές από αυτές επεβίωναν λάθρα, κάτω από το ραντάρ οποιουδήποτε
ελέγχου, δεν τις πείραζε κανείς – η ραχοκοκαλιά γαρ της ελληνικής οικονομίας.
Όποιος όμως ήθελε να σηκώσει κεφάλι, σχεδόν αναγκαστικά
έβρισκε μπροστά του το κράτος – εκτός αν δραστηριοποιούνταν στον τουρισμό ή στη
ναυτιλία, τομείς στους οποίους το κράτος λίγο εμπλέκεται, και γι αυτό έχουν
αναπτυχθεί περισσότερο. Κατά τα λοιπά, η οικονομία μας είναι δομημένη με
τέτοιον τρόπο που οι «μεγάλες δουλειές» προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από το
κράτος, ή ελέγχονται από αυτό τόσο ασφυκτικά που δεν μπορεί να προχωρήσουν
χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του «πολιτικού προϊσταμένου» του εκάστοτε επιχειρηματία.
Η πραγματικά ιδιωτική οικονομία είναι δυστυχώς πολύ μικρή, και η κατάσταση αυτή
δεν είναι επιλογή μόνο των επιχειρηματιών.
Η διαφθορά ήταν τόσο εκτεταμένη – η υπόθεση Τσοχατζόπουλου,
αλλά και αυτές των Μαντέλη, Τσουκάτου, Ζήμενς κ.α. είναι ενδεικτικές – που η
συνεργασία οδηγούσε σε αθέμιτη συναλλαγή, προμήθειες και άλλες πρακτικές, εις
βάρος του φορολογουμένου. Ποιος δεν ξέρει τα «τριαντάρια» στους Δήμους, τα
«κατοστάρια» σε άλλες υπηρεσίες2; Και κυρίως, πόσοι έντιμοι
επιχειρηματίες έχασαν δουλειές, έχασαν κέρδη ή και τις επιχειρήσεις τους,
επειδή τις δουλειές τις πήραν αυτοί που βρήκαν τον κατάλληλο τρόπο «συνεννόησης»
με τις υπηρεσίες, ενώ εκείνοι ήξεραν μόνο να κάνουν καλά τη δουλειά τους3;
Αυτό δεν απαλλάσσει καθόλου τον ιδιώτη από την ευθύνη του: η
διαφθορά θέλει δύο. Όμως ο ιδιώτης δεν έχει ορκιστεί να προάγει το συμφέρον του
Δημοσίου, ενώ ο κρατικός λειτουργός, είτε είναι δημόσιος υπάλληλος είτε
στέλεχος της κυβέρνησης σε οποιαδήποτε βαθμίδα, έχει ορκιστεί ακριβώς επειδή
είναι και θεματοφύλακας. Έχει επίσης το μαχαίρι και το καρπούζι: όταν η
κυβέρνηση ασκεί το νομοθετικό της έργο εις βάρος των συμφερόντων μεγάλου μέρους
των πολιτών, πιεζόμενη από ιδιωτικά συμφέροντα, τότε φέρει το μεγαλύτερο μέρος
της ευθύνης για τη διαφθορά.
Το δυστύχημα είναι ότι η τρόικα συνεχίζει να ενισχύει τον
ασφυκτικό έλεγχο του Δημοσίου στην οικονομία, αν μη τι άλλο επειδή αφήνει διαδοχικές
κυβερνήσεις να στραγγαλίζουν τον ιδιωτικό τομέα με τους φόρους και να εφαρμόζουν
πολιτικές που στερεύουν τη χρηματοδότηση. Αντί να δούμε και να εκμεταλλευτούμε
την ευκαιρία ανάπτυξης ενός υγιούς ιδιωτικού τομέα (έτσι κι αλλιώς η δυνατότητα
του κράτους να μοιράζει χρήμα συρρικνώνεται), στη χώρα μας εξακολουθούμε να
βλέπουμε το Δημόσιο ως κινητήριο μοχλό της οικονομίας. Απόδειξη, τα 50.000 νέα stage στους Δήμους που χρηματοδοτούνται
από το ΕΣΠΑ.
Όμως, το ενάμισι εκατομμύριο των ανέργων δεν θα μπορέσουν να
απορροφηθούν ποτέ από το Δημόσιο. Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι που θα
δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, και είναι απολύτως απαραίτητο αυτό να γίνει
σε υγιέστερες βάσεις. Για να το κάνουν, θα πρέπει το κράτος να αφήσει μια
πραγματικά ιδιωτική, μη κρατικοδίαιτη, οικονομία να αναπτυχθεί. Μια οικονομία
δηλαδή στην οποία τα βιογραφικά αποστέλλονται στα τμήματα προσωπικού των
επιχειρήσεων και όχι στα βουλευτικά γραφεία.
(2) Επειδή για προμήθειες πάνω από αυτά τα ποσά έπρεπε να
γίνονται ανοικτοί δημόσιοι διαγωνισμοί, πολλές υπηρεσίες «έσπαζαν» τους
διαγωνισμούς σε μικρότερα κομμάτια για να μπορούν να τις δίνουν σε δικούς τους
ανθρώπους.
(3) Και
σήμερα και ενώ είναι σε εξέλιξη διεθνείς διαγωνισμοί αποκρατικοποιήσεων, ο
πρωθυπουργός συναντάται επανειλημμένως μόνο με έναν προτιμητέο επενδυτή!
Δημοσιεύθηκε στην Athens Voice στις 21/9/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου