Στο παρά 5' της εξόδου από το μνημόνιο, έχουμε φτάσει να συζητάμε για πολλοστή φορά τα αυτονόητα.
Βεβαίως και πρέπει να αυξηθούν τα όρια συνταξιοδότησης, ειδικά μάλιστα για τους προνομιούχους ασφαλισμένους των πρώην ευγενών ταμείων και των ΔΕΚΟ. Το κατώτατο όριο των 62 ετών είναι απολύτως λογικό και θα έπρεπε να έχει θεσπιστεί εδώ και χρόνια σε μία χώρα που γερνάει και που φυλλορροεί παραγωγικές θέσεις εργασίας - το κόστος των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων ήταν ένας από τους παράγοντες που επιτάχυναν τη χρεοκοπία και αποτρέπουν την ανάκαμψη.
Βεβαίως και πρέπει να αυξηθεί το όριο απονομής της κατώτατης σύνταξης, που συζητείται αν θα ανέλθει στα 20 χρόνια εργασίας, από τα 15 που είναι σήμερα. Όμως, εδώ χρειάζεται προσοχή: χρειάζεται προστασία τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασφαλισμένους, οι οποίοι, αν η αύξηση γίνει αυτόματα για όλους, κινδυνεύουν να μην συνταξιοδοτηθούν ποτέ, αν και θα έχουν εισφέρει στο σύστημα.
Γι αυτό είναι σημαντικό να συζητήσουμε επιτέλους τη θέσπιση μιας βασικής εθνικής σύνταξης, που θα απονέμεται σε όλους (ενδεχομένως με εισοδηματικά κριτήρια), είτε έχουν εισφέρει είτε όχι στο σύστημα, μετά από κάποια ηλικία, π.χ. 65 ή 67 (αυτή είναι συνοπτικά η σχετική πρόταση της Δράσης). Ένα σοβαρό κοινωνικό κράτος οφείλει να μεριμνά για τους ασθενέστερους πολίτες του, και οι ηλικιωμένοι είναι μέσα σ' αυτούς. Δεν επιτρέπεται να εξαρτάται η αξιοπρεπής επιβίωσή τους από το αν έχουν εργαστεί ή όχι. Κυρίως, είναι ανήθικο να συνταξιοδοτούνται υγιείς άνθρωποι στα 45 και στα 50 και να μην συνταξιοδοτούνται άνθρωποι στα 65 επειδή δεν έχουν συμπληρώσει τα απαιτούμενα έτη δηλωμένης εργασίας.
Και βεβαίως και πρέπει να μειωθούν περαιτέρω οι αποδοχές στο Δημόσιο, ώστε όχι μόνο να εξισωθούν με αυτές στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και να ενσωματώνουν την προστιθέμενη αξία της μονιμότητας και του συγκριτικά γενναιόδωρου ασφαλιστικού - που κι αυτό πρέπει να εκλείψει. "Προσωπικές διαφορές"και παράκαμψη του ενιαίου μισθολογίου, που έχει θεσπιστεί εδώ και δύο χρόνια αλλά δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί καθολικά, είναι απαράδεκτες.
Από την άλλη, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιβληθούν νέοι φόροι: Το παράδειγμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο, του φόρου πολυτελείας, και της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση (που οδήγησε σε αύξηση των εσόδων), αποδεικνύουν ότι οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των φόρων θα οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης και άρα σε χαμηλότερα έσοδα για το Δημόσιο.
Ωστόσο, εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα υπολείπονται λίγο του μέσου όρου στην ΕΕ (και ευτυχώς, γιατί οι υπηρεσίες που απολαμβάνουν οι πολίτες υπολείπονται πολύ του μέσου όρου της ΕΕ). Αυτό συμβαίνει επειδή επιβάλλονται μεν πολύ υψηλοί φόροι σε ορισμένες κατηγορίες φορολογουμένων (π.χ. ιδιοκτήτες ακινήτων "αντικειμενικής"αξίας πάνω από 300 χιλ. ευρώ, μισθωτοί με ετήσιο εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ) και υψηλός ΦΠΑ 23% στα περισσότερα είδη, υπάρχουν όμως πάρα πολλές εξαιρέσεις ακόμα και σήμερα (ας θυμηθούμε το "αντάρτικο"των βουλευτών της επαρχίας για τον ΕΝΦΙΑ) με αποτέλασμα να πληρώνουν, συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πάρα πολλά σχετικά λίγοι και ταυτόχρονα ελάχιστα πάρα πολλοί. Περιθώρια βελτίωσης του φορολογικού υπάρχουν πολλά, στην κατεύθυνση όμως του να πληρώνουν πραγματικά όλοι ανάλογα με τις δυνατότητές τους, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα, και όχι στην κατεύθυνση της μεγαλύτερης αύξησης ή μιας τελικά αντιπαραγωγικής για τα δημόσια έσοδα "υπερπροοδευτικότητας" (που είναι πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ).
Ειδικά για την περίπτωση του ΦΠΑ στα νησιά, προτείνω στην τρόικα την επόμενη συνάντηση με την κυβέρνηση να μην την κάνει στο βολικό Παρίσι αλλά σε κάποιο απομονωμένο νησί του Αιγαίου, για να καταλάβει τη χρησιμότητα του μειωμένου συντελεστή. Τίθεται βέβαια το ερώτημα: γιατί να έχει μειωμένο συντελεστή η Μύκονος και όχι η Ήπειρος, μια από τις φτωχότερες επαρχίες της Ευρώπης; Η δική μου απάντηση σε αυτό είναι ότι πιθανόν ο ΦΠΑ να μην είναι το καταλληλότερο μέσο για να αντιμετωπιστούν τα μειονεκτήματα της νησιωτιότητας - δηλαδή το γεγονός ότι για να πας στη ΔΟΥ ή σε κάποια άλλη δημόσια υπηρεσία πρέπει να ταξιδέψεις σε άλλο νησί, πιθανόν και με διανυκτέρευση, ότι δεν υπάρχουν νοσοκομεία, ότι το κόστος των αγαθών επιβαρύνεται με αυξημένα μεταφορικά, ότι οι υποδομές είναι συνήθως χαμηλότερης ποιότητας και παλαιές (π.χ. δρόμοι). Ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε έναν νέο τρόπο, με κριτήρια επιλεξιμότητας, που θα διευκολύνει τους κατοίκους των νησιών, αλλά δεν θα προκαλεί στρεβλώσεις (π.χ. "πλαστές"έδρες εταιριών).
Όσον αφορά τον τουρισμό, η καλή πορεία των τελευταίων ετών επιτεύχθηκε με μείωση τιμών λόγω μείωσης μισθών: ο τουρισμός είναι εξαγωγική υπηρεσία εντάσεως εργασίας, και εκεί οι μειώσεις των μισθών συνεισέφεραν πολύ στη μείωση του κόστους του τελικού προϊόντος (δεν συνέβη το ίδιο σε εξαγωγικά εργοστάσια, για παράδειγμα, ειδικά μετά το φιάσκο στις τιμές και τους φόρους στην ενέργεια που καταναλώνει η βιομηχανία). Ακριβώς την περίοδο που κλείνονται τα τουριστικά πακέτα του νέου έτους, ετοιμαζόμαστε να αυξήσουμε τις τιμές αυξάνοντας τον ΦΠΑ. Δεν ακούγεται πολύ σοφό...
Τέλος, η τρόικα ζητάει και την αλλαγή της δις ψηφισθείσας ρύθμισης των 100 δόσεων. Η ρύθμιση αυτή είναι απαραίτητη, ώστε να πάρουν μία ανάσα οι εξουθενωμένοι φορολογούμενοι και να ενισχυθούν τα έσοδα του κράτους. Βεβαίως, η κυβέρνηση έκανε το ολέθριο λάθος να την προαναγγείλει σχεδόν έξι μήνες πριν την ψηφίσει, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι περισσότεροι να πληρώνουν σε αναμονή. Αλλά δεν διορθώνεται το ένα λάθος με ένα ακόμα.
Πολλά λοιπόν από τα υπό διαπραγμάτευση θέματα είναι αυτονόητες αλλαγές που θα έπρεπε να έχουν γίνει. Όλα όμως αυτά η τρόικα - που το 2012 πίεσε με κάθε τρόπο να ψηφίσουμε Σαμαρά - όχι μόνο τα έβλεπε, αλλά και τα υποστήριζε: ποτέ δεν απαίτησε την αναλογιστική μελέτη που προβλεπόταν στο μνημόνιο για το ασφαλιστικό. Μπροστά στα μάτια της, χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι συνταξιοδοτήθηκαν πρόωρα και γενναιόδωρα με δικά της λεφτά, την ώρα που η παραγωγική οικονομία καταστρεφόταν. Ποτέ δεν την ενδιέφερε αν "τα νούμερα"έβγαιναν όχι από τη μείωση των δαπανών του Δημοσίου, αλλά από υπερφορολόγηση και εξουθένωση του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα. Και έρχεται σήμερα να απαιτήσει από την κυβέρνηση να κάνει σε έναν μήνα όσα σωστά δεν έκανε σε τέσσερα χρόνια. Είναι σοβαρά πράγματα αυτά;
Athens Voice 1/12/2014
Βεβαίως και πρέπει να αυξηθούν τα όρια συνταξιοδότησης, ειδικά μάλιστα για τους προνομιούχους ασφαλισμένους των πρώην ευγενών ταμείων και των ΔΕΚΟ. Το κατώτατο όριο των 62 ετών είναι απολύτως λογικό και θα έπρεπε να έχει θεσπιστεί εδώ και χρόνια σε μία χώρα που γερνάει και που φυλλορροεί παραγωγικές θέσεις εργασίας - το κόστος των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων ήταν ένας από τους παράγοντες που επιτάχυναν τη χρεοκοπία και αποτρέπουν την ανάκαμψη.
Βεβαίως και πρέπει να αυξηθεί το όριο απονομής της κατώτατης σύνταξης, που συζητείται αν θα ανέλθει στα 20 χρόνια εργασίας, από τα 15 που είναι σήμερα. Όμως, εδώ χρειάζεται προσοχή: χρειάζεται προστασία τους μεγαλύτερους σε ηλικία ασφαλισμένους, οι οποίοι, αν η αύξηση γίνει αυτόματα για όλους, κινδυνεύουν να μην συνταξιοδοτηθούν ποτέ, αν και θα έχουν εισφέρει στο σύστημα.
Γι αυτό είναι σημαντικό να συζητήσουμε επιτέλους τη θέσπιση μιας βασικής εθνικής σύνταξης, που θα απονέμεται σε όλους (ενδεχομένως με εισοδηματικά κριτήρια), είτε έχουν εισφέρει είτε όχι στο σύστημα, μετά από κάποια ηλικία, π.χ. 65 ή 67 (αυτή είναι συνοπτικά η σχετική πρόταση της Δράσης). Ένα σοβαρό κοινωνικό κράτος οφείλει να μεριμνά για τους ασθενέστερους πολίτες του, και οι ηλικιωμένοι είναι μέσα σ' αυτούς. Δεν επιτρέπεται να εξαρτάται η αξιοπρεπής επιβίωσή τους από το αν έχουν εργαστεί ή όχι. Κυρίως, είναι ανήθικο να συνταξιοδοτούνται υγιείς άνθρωποι στα 45 και στα 50 και να μην συνταξιοδοτούνται άνθρωποι στα 65 επειδή δεν έχουν συμπληρώσει τα απαιτούμενα έτη δηλωμένης εργασίας.
Και βεβαίως και πρέπει να μειωθούν περαιτέρω οι αποδοχές στο Δημόσιο, ώστε όχι μόνο να εξισωθούν με αυτές στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και να ενσωματώνουν την προστιθέμενη αξία της μονιμότητας και του συγκριτικά γενναιόδωρου ασφαλιστικού - που κι αυτό πρέπει να εκλείψει. "Προσωπικές διαφορές"και παράκαμψη του ενιαίου μισθολογίου, που έχει θεσπιστεί εδώ και δύο χρόνια αλλά δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί καθολικά, είναι απαράδεκτες.
Από την άλλη, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιβληθούν νέοι φόροι: Το παράδειγμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο, του φόρου πολυτελείας, και της μείωσης του ΦΠΑ στην εστίαση (που οδήγησε σε αύξηση των εσόδων), αποδεικνύουν ότι οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των φόρων θα οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης και άρα σε χαμηλότερα έσοδα για το Δημόσιο.
Ωστόσο, εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ τα φορολογικά έσοδα στην Ελλάδα υπολείπονται λίγο του μέσου όρου στην ΕΕ (και ευτυχώς, γιατί οι υπηρεσίες που απολαμβάνουν οι πολίτες υπολείπονται πολύ του μέσου όρου της ΕΕ). Αυτό συμβαίνει επειδή επιβάλλονται μεν πολύ υψηλοί φόροι σε ορισμένες κατηγορίες φορολογουμένων (π.χ. ιδιοκτήτες ακινήτων "αντικειμενικής"αξίας πάνω από 300 χιλ. ευρώ, μισθωτοί με ετήσιο εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ) και υψηλός ΦΠΑ 23% στα περισσότερα είδη, υπάρχουν όμως πάρα πολλές εξαιρέσεις ακόμα και σήμερα (ας θυμηθούμε το "αντάρτικο"των βουλευτών της επαρχίας για τον ΕΝΦΙΑ) με αποτέλασμα να πληρώνουν, συγκριτικά με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πάρα πολλά σχετικά λίγοι και ταυτόχρονα ελάχιστα πάρα πολλοί. Περιθώρια βελτίωσης του φορολογικού υπάρχουν πολλά, στην κατεύθυνση όμως του να πληρώνουν πραγματικά όλοι ανάλογα με τις δυνατότητές τους, όπως επιβάλλει το Σύνταγμα, και όχι στην κατεύθυνση της μεγαλύτερης αύξησης ή μιας τελικά αντιπαραγωγικής για τα δημόσια έσοδα "υπερπροοδευτικότητας" (που είναι πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ).
Ειδικά για την περίπτωση του ΦΠΑ στα νησιά, προτείνω στην τρόικα την επόμενη συνάντηση με την κυβέρνηση να μην την κάνει στο βολικό Παρίσι αλλά σε κάποιο απομονωμένο νησί του Αιγαίου, για να καταλάβει τη χρησιμότητα του μειωμένου συντελεστή. Τίθεται βέβαια το ερώτημα: γιατί να έχει μειωμένο συντελεστή η Μύκονος και όχι η Ήπειρος, μια από τις φτωχότερες επαρχίες της Ευρώπης; Η δική μου απάντηση σε αυτό είναι ότι πιθανόν ο ΦΠΑ να μην είναι το καταλληλότερο μέσο για να αντιμετωπιστούν τα μειονεκτήματα της νησιωτιότητας - δηλαδή το γεγονός ότι για να πας στη ΔΟΥ ή σε κάποια άλλη δημόσια υπηρεσία πρέπει να ταξιδέψεις σε άλλο νησί, πιθανόν και με διανυκτέρευση, ότι δεν υπάρχουν νοσοκομεία, ότι το κόστος των αγαθών επιβαρύνεται με αυξημένα μεταφορικά, ότι οι υποδομές είναι συνήθως χαμηλότερης ποιότητας και παλαιές (π.χ. δρόμοι). Ίσως θα έπρεπε να σκεφτούμε έναν νέο τρόπο, με κριτήρια επιλεξιμότητας, που θα διευκολύνει τους κατοίκους των νησιών, αλλά δεν θα προκαλεί στρεβλώσεις (π.χ. "πλαστές"έδρες εταιριών).
Όσον αφορά τον τουρισμό, η καλή πορεία των τελευταίων ετών επιτεύχθηκε με μείωση τιμών λόγω μείωσης μισθών: ο τουρισμός είναι εξαγωγική υπηρεσία εντάσεως εργασίας, και εκεί οι μειώσεις των μισθών συνεισέφεραν πολύ στη μείωση του κόστους του τελικού προϊόντος (δεν συνέβη το ίδιο σε εξαγωγικά εργοστάσια, για παράδειγμα, ειδικά μετά το φιάσκο στις τιμές και τους φόρους στην ενέργεια που καταναλώνει η βιομηχανία). Ακριβώς την περίοδο που κλείνονται τα τουριστικά πακέτα του νέου έτους, ετοιμαζόμαστε να αυξήσουμε τις τιμές αυξάνοντας τον ΦΠΑ. Δεν ακούγεται πολύ σοφό...
Τέλος, η τρόικα ζητάει και την αλλαγή της δις ψηφισθείσας ρύθμισης των 100 δόσεων. Η ρύθμιση αυτή είναι απαραίτητη, ώστε να πάρουν μία ανάσα οι εξουθενωμένοι φορολογούμενοι και να ενισχυθούν τα έσοδα του κράτους. Βεβαίως, η κυβέρνηση έκανε το ολέθριο λάθος να την προαναγγείλει σχεδόν έξι μήνες πριν την ψηφίσει, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι περισσότεροι να πληρώνουν σε αναμονή. Αλλά δεν διορθώνεται το ένα λάθος με ένα ακόμα.
Πολλά λοιπόν από τα υπό διαπραγμάτευση θέματα είναι αυτονόητες αλλαγές που θα έπρεπε να έχουν γίνει. Όλα όμως αυτά η τρόικα - που το 2012 πίεσε με κάθε τρόπο να ψηφίσουμε Σαμαρά - όχι μόνο τα έβλεπε, αλλά και τα υποστήριζε: ποτέ δεν απαίτησε την αναλογιστική μελέτη που προβλεπόταν στο μνημόνιο για το ασφαλιστικό. Μπροστά στα μάτια της, χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι συνταξιοδοτήθηκαν πρόωρα και γενναιόδωρα με δικά της λεφτά, την ώρα που η παραγωγική οικονομία καταστρεφόταν. Ποτέ δεν την ενδιέφερε αν "τα νούμερα"έβγαιναν όχι από τη μείωση των δαπανών του Δημοσίου, αλλά από υπερφορολόγηση και εξουθένωση του παραγωγικού ιδιωτικού τομέα. Και έρχεται σήμερα να απαιτήσει από την κυβέρνηση να κάνει σε έναν μήνα όσα σωστά δεν έκανε σε τέσσερα χρόνια. Είναι σοβαρά πράγματα αυτά;
Athens Voice 1/12/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου