Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή την υπόθεση της ΕΡΤ, ακούμε συνεχώς ότι η ΝΔ είναι η μεταρρυθμιστική δύναμη στην κυβέρνηση συνεργασίας. Αφορμή γι αυτό είναι το γεγονός ότι έκλεισε ένας οργανισμός, αλλά κυρίως ότι το κλείσιμο σηματοδοτεί τις πρώτες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων. Κι άλλοι οργανισμοί έχουν κλείσει ή συγχωνευθεί, αλλά δεν έχει απολυθεί κανείς.
Όμως οι απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι πραγματική, διαρθρωτική μεταρρύθμιση, ιδίως αν δεν είναι ενταγμένες στη λογική ενός συστήματος αξιολόγησης. Το μέγεθος του στενού δημοσίου τομέα στην Ελλάδα δεν είναι μεγάλο σε σχέση με τον πληθυσμό, είναι μεγάλο σε σχέση με τον ενεργό πληθυσμό και σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα. Χρειαζόμαστε εκείνες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ελληνική οικονομία.
Ενώ ο εξορθολογισμός των δομών του Δημοσίου, αλλά και ο περιορισμός του μεγέθους του, είναι απαραίτητοι, γιατί η κοινωνία φορολογείται αγρίως για να συντηρήσει εκατοντάδες άχρηστες, αντιπαραγωγικές, ρουσφετολογικές, δαιδαλώδεις, γραφειοκρατικές και ενίοτε διεφθαρμένες υπηρεσίες, οι απολύσεις από μόνες τους είναι σχεδόν δώρο άδωρο. Είναι δε λογική η απορία όσων λένε ότι, προσθέτοντας μερικές χιλιάδες νέους ανέργους προερχόμενους από το Δημόσιο, απλά θα ενταθεί η ανεργία και η κρίση. Η ανεργία είναι το σημαντικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα, αλλά η κυβέρνηση σχεδόν αδιαφορεί για το 1,4 εκατ. ανέργους οι οποίοι, μην ξεχνάμε, προέρχονται όλοι αποκλειστικά από τον ιδιωτικό τομέα.
Αν απολυθούν μερικές χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι δεν θα έχουμε ένα φαινόμενο όπως αυτό στο λιμάνι του Πειραιά (ιδιωτικοποίηση ενός network industry), όπου δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας, έγιναν μεγάλες επενδύσεις, αυξήθηκε η παραγωγικότητα και δημιουργήθηκαν συνέργειες με ιδιώτες (HP) και Δημόσιο (ΟΣΕ). Αντιθέτως, αν αδειοδοτηθεί γρήγορα η εγκατάσταση ενός νέου εργοστασίου της Pirelli στην Πάτρα, θα βρουν εργασία πολλοί άμεσα και έμμεσα και θα παράγουμε στην Ελλάδα ένα προϊόν που θα εξάγεται.
Οι πραγματικές και οι πιο απαραίτητες μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που θα επιτρέψουν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και θα στηρίξουν όσους πλήττονται από τις αλλαγές και τους πιο ευάλωτους στην κοινωνία μας. Σε αυτό το πεδίο όμως, ελάχιστα έχουν γίνει.
Το άνοιγμα πολλών επαγγελμάτων είτε έχει μείνει στα χαρτιά, είτε έχει γίνει με τρόπο που ευνοεί όσους είναι ήδη μέσα - δείτε για παράδειγμα τι συμβαίνει με τα φαρμακεία στην επαρχία.
Οι διαδικασίες αδειοδότησης επιχειρήσεων εξακολουθούν να είναι χρονοβόρες – η περίπτωση των υδροπλάνων είναι ένα παράδειγμα.
Η αγορά ενέργειας παραμένει εν πολλοίς ακόμα κλειστή για χάρη της ΔΕΗ, και οι μεγάλες βιομηχανίες (εργοδότες εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων) κινδυνεύουν να κλείσουν από το υψηλότερο κόστος ενέργειας στην Ευρώπη.
Η δικαιοσύνη αργεί, πολλές φορές και με τις δύο έννοιες του ρήματος – κι έτσι χιλιάδες συμβασιούχοι διατηρούνται στις θέσεις τους για χρόνια μετά τη λήξη των συμβάσεών τους, ενώ ακόμα και επίορκοι δημόσιοι υπάλληλοι δεν απολύονται.
Το φορολογικό σύστημα γίνεται κάθε χρόνο πιο σύνθετο και βαρύ – γιατί όμως ένας ξένος επενδυτής να επιλέξει την Ελλάδα, όταν άλλες ανεπτυγμένες χώρες προσφέρουν σταθερότερο φορολογικό και πολιτικό περιβάλλον και ένα νομικό πλαίσιο και διαδικασίες που διασφαλίζουν τη γρήγορη επίλυση των διαφορών;
Το ασφαλιστικό σύστημα ακόμα διατηρεί προβλέψεις πρόωρης συνταξιοδότησης για ανθρώπους που είναι καθ’ όλα ικανοί να εργαστούν, και εξαγοράς πλασματικών χρόνων εργασίας – δεν είναι τυχαίο ότι ο κ. Μανιτάκης μέχρι πρότινος υπεστήριζε ότι η μείωση του Δημοσίου θα γίνει με αυτόν ακριβώς τον τρόπο.
Δεν είναι όμως μόνο αυτά. Η Ελλάδα για να επιβιώσει πρέπει να αλλάξει, και αυτό προϋποθέτει ότι πολλοί άνθρωποι θα «ξεβολευτούν». Η μέριμνα γι αυτούς πρέπει να είναι προτεραιότητα, με προγράμματα επανακατάρτισης στην εργασία, σε συνεργασία και με τον ιδιωτικό τομέα από τον οποίο θα έρθει η ζήτηση, και σοβαρή στήριξη των ανέργων (θυμίζω ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε μία περίοδο πολύ ηπιότερης κρίσης είχε αυξήσει τη διάρκεια χορήγησης του επιδόματος ανεργίας). Δεν είναι δυνατόν να δίνονται ακόμα και σήμερα συντάξεις σε πεθαμένους, αλλά να μην παρέχεται ιατροφαρμακευτική κάλυψη σε μακροχρόνια ανέργους. Το κοινωνικό κράτος κατευθύνει τους λίγους πόρους που διαθέτει άτσαλα, χρησιμοποιώντας κυρίως το εισόδημα ως κριτήριο επιλογής των δικαιούχων, ενώ είναι γνωστό ότι η φοροδιαφυγή είναι τόσο μεγάλη που δεν επιτρέπει την σωστή αποτύπωση των πραγματικών εισοδημάτων.
Οι πραγματικές αυτές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποφέρουν καρπούς μεσοπρόθεσμα, και αυτός, μαζί με τα ιδεολογικά κωλύματα και την εξυπηρέτηση των εκλογικών τους πελατών, είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι κυβερνήσεις τις αποφεύγουν. Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη δυσαρέσκεια αυτών που θίγονται όταν κάνει πραγματικές μεταρρυθμιστικές τομές, αλλά κινδυνεύει να μην είναι πλέον κυβέρνηση όταν αποδώσουν οι καρποί. Δυστυχώς, η παρούσα καθυστερεί επικίνδυνα και αυτό δεν δημιουργεί αισιοδοξία για την πραγματική μεταρρυθμιστική της ατζέντα. Ο δημόσιος λόγος έχει εστιάσει στις απολύσεις στο Δημόσιο και στο κλείσιμο ενός οργανισμού βαφτίζοντάς τες μεταρρύθμιση, ενώ στην πραγματικότητα η κυβέρνηση και ειδικά η ΝΔ κάθε άλλο παρά σοβαρή μεταρρυθμιστική διάθεση δείχνουν. (Δημοσιεύθηκε στην Athens Voice στις 24/6/2013).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου